немецко » греческий

Переводы „έκτακτο“ в словаре немецко » греческий (Перейти к греко » немецкий)

έκτακτο παράρτημα ср.
έκτακτο έξοδο ср.
έκτακτο έσοδο ср.
έκτακτο τρένο ср.
Ausnahmegericht ср. ЮРИД.
έκτακτο δικαστήριο ср.
греко » немецкий

Переводы „έκτακτο“ в словаре греко » немецкий (Перейти к немецко » греческий)

έκτακτο δικαστήριο
έκτακτο τρένο
Sonderzug м.
έκτακτο αεροπλάνο
έκτακτο δικαστήριο
ειδικό/έκτακτο επίδομα
ειδικό/έκτακτο μέρισμα
ειδικό/έκτακτο τρένο
Sonderzug м.

Хотели бы вы добавить слова, фразы или переводы?

Пришлите нам новую статью.

Интерфейс Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский