греко » немецкий

Переводы „ανταπόκριση“ в словаре греко » немецкий (Перейти к немецко » греческий)

ανταπόκρισ|η <-εις> [andaˈpɔkrisi] SUBST ж.

1. ανταπόκριση (επικοινωνία):

ανταπόκριση

2. ανταπόκριση (αντιστοιχία):

ανταπόκριση

3. ανταπόκριση (ανταπόδοση: αγάπης):

ανταπόκριση
η αγάπη του δε βρήκε ανταπόκριση

4. ανταπόκριση (από ανταποκριτή):

ανταπόκριση
Bericht м.

5. ανταπόκριση:

ανταπόκριση Ж.-Д., АВИА.
Anschluss м.

Примеры со словом ανταπόκριση

η αγάπη του δε βρήκε ανταπόκριση

Хотели бы вы добавить слова, фразы или переводы?

Пришлите нам новую статью.

Интерфейс Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский