немецко » греческий

Переводы „βασικό“ в словаре немецко » греческий (Перейти к греко » немецкий)

βασικό κύτταρο ср.
βασικό ποσό ср.
βασικό θέμα ср.
βασικό κομμάτι ср.
βασικό πρόβλημα ср.
βασικό σύνολο ср.
греко » немецкий

Переводы „βασικό“ в словаре греко » немецкий (Перейти к немецко » греческий)

βασικό σωμάτιο
βασικό διάλυμα
βασικό χρώμα
βασικό εισόδημα ср.
βασικό κύτταρο
βασικό επιτόκιο
Leitzins м.
βασικό γάγγλιο
βασικό άλας
basisches Salz ср.
βασικό διάλυμα
βασικό οξείδιο
basisches Oxid ср.
βασικό επιτόκιο
Basiszins м.
όξινο/βασικό άλας
άνευ όρων βασικό εισόδημα ср.

Хотели бы вы добавить слова, фразы или переводы?

Пришлите нам новую статью.

Интерфейс Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский