немецко » греческий

Переводы „διαφημιστικό“ в словаре немецко » греческий (Перейти к греко » немецкий)

διαφημιστικό δώρο ср.
διαφημιστικό τρικ ср.
διαφημιστικό σποτ ср.
διαφημιστικό υλικό ср.
διαφημιστικό σλόγκαν ср.
διαφημιστικό φυλλάδιο ср.
διαφημιστικό κείμενο ср.
διαφημιστικό έντυπο ср.
греко » немецкий

Переводы „διαφημιστικό“ в словаре греко » немецкий (Перейти к немецко » греческий)

διαφημιστικό φυλλάδιο
Prospekt м.
διαφημιστικό διάλειμμα
διαφημιστικό υλικό
διαφημιστικό δώρο
διαφημιστικό σποτ
Werbespot м.
διαφημιστικό γραφείο
διαφημιστικό μέτρο
διαφημιστικό προϊόν
Werbeprodukt ср.
διαφημιστικό τρικ
διαφημιστικό γραφείο
διαφημιστικό κείμενο
Werbetext м.
διαφημιστικό προϊόν
Werbeprodukt ср.

Хотели бы вы добавить слова, фразы или переводы?

Пришлите нам новую статью.

Интерфейс Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский