немецко » греческий

Переводы „ενδιάμεσο“ в словаре немецко » греческий (Перейти к греко » немецкий)

ενδιάμεσο στάδιο ср.
ενδιάμεσο εμπόριο ср.
ενδιάμεσο αποτέλεσμα ср.
ενδιάμεσο νούμερο ср.
κάτι το ενδιάμεσο
είμαι κάτι το ενδιάμεσο
греко » немецкий

Переводы „ενδιάμεσο“ в словаре греко » немецкий (Перейти к немецко » греческий)

ενδιάμεσο επίπεδο
ενδιάμεσο αποτέλεσμα
ενδιάμεσο εμπόριο
ενδιάμεσο αποτέλεσμα
ενδιάμεσο στάδιο
ενδιάμεσο στρώμα
ενδιάμεσο εμπόριο
ενδιάμεσο προϊόν

Хотели бы вы добавить слова, фразы или переводы?

Пришлите нам новую статью.

Интерфейс Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский