греко » немецкий

Переводы „συνεργασία“ в словаре греко » немецкий (Перейти к немецко » греческий)

συνεργασία [sinɛrɣaˈsia] SUBST ж.

1. συνεργασία (συμβολή):

συνεργασία
Mitarbeit ж.

2. συνεργασία (από κοινού εργασία):

συνεργασία
συνεργασία
σε συνεργασία με
ευρωπαϊκή (πολιτική) συνεργασία ЕС
επιστημονική συνεργασία

Хотели бы вы добавить слова, фразы или переводы?

Пришлите нам новую статью.

Интерфейс Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский