греко » немецкий

Переводы „αποστολή“ в словаре греко » немецкий (Перейти к немецко » греческий)

αποστολή [apɔstɔˈli] SUBST ж.

1. αποστολή (ταχυδρόμηση):

αποστολή
έτοιμος για αποστολή
Versandgebühr ж. ед.

2. αποστολή (αποστελλόμενο πράγμα):

αποστολή
Sendung ж.

3. αποστολή (έργο υπό εκτέλεση, π.χ. ΣΤΡΑΤ):

αποστολή
Mission ж.

4. αποστολή (σκοπός):

αποστολή
Aufgabe ж.
η αποστολή ενός ψυχοθεραπευτή

5. αποστολή (αντιπροσωπία):

αποστολή
οικονομική αποστολή
παπική αποστολή

6. αποστολή (εξερευνητική):

αποστολή
μια αποστολή στον νότιο πόλο

Хотели бы вы добавить слова, фразы или переводы?

Пришлите нам новую статью.

Интерфейс Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский