греко » немецкий

Переводы „κίνηση“ в словаре греко » немецкий (Перейти к немецко » греческий)

κίνησ|η <-εις> [ˈcinisi] SUBST ж.

1. κίνηση (του σώματος, χεριού κτλ, ενέργεια):

κίνηση
Bewegung ж.
κίνηση του χεριού
θέτω σε κίνηση
βρίσκομαι σε κίνηση
κίνηση Brown
κίνηση των ηπείρων
κυκλική κίνηση

2. κίνηση (κυκλοφορία: αυτοκινήτων, αγαθών, χρημάτων):

κίνηση
Verkehr м.
κίνηση κεφαλαίων
νομισματική κίνηση
οικονομική κίνηση

3. κίνηση ТОРГ. (κυκλοφορία πεζών):

κίνηση
Betrieb м.

4. κίνηση (σύνολο ενεργειών για κάποιο σκοπό):

κίνηση
Handeln ср.

5. κίνηση (διάβημα):

κίνηση
Schritt м.
κάνω την πρώτη κίνηση

6. κίνηση (στο σκάκι):

κίνηση
Zug м.
κίνηση γάμα
διαγώνια κίνηση

7. κίνηση МЕХАН.:

κίνηση
Antrieb м.
μπροστινή κίνηση
μπροστινή κίνηση
πισινή κίνηση
κίνηση με ιμάντα

Хотели бы вы добавить слова, фразы или переводы?

Пришлите нам новую статью.

Интерфейс Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский