немецко » греческий

Переводы „ανηλίκων“ в словаре немецко » греческий (Перейти к греко » немецкий)

ίδρυμα ср. ανηλίκων
υπηρεσία ж. ανηλίκων
δικαστής mf ανηλίκων
εγκληματικότητα ж. ανηλίκων
προστασία ж. ανηλίκων
греко » немецкий

Переводы „ανηλίκων“ в словаре греко » немецкий (Перейти к немецко » греческий)

δικαστήριο ανηλίκων
εργασία ανηλίκων
δικαστής м. ανηλίκων
εγκληματικότητα ж. ανηλίκων
δικαστής ανηλίκων
Jugendrichter(in) м. (ж.)
Jugendrecht ср.
νομοθεσία ανηλίκων
Jugendrecht ср.
ποινή ανηλίκων
σωφρονιστικό ίδρυμα ср. ανηλίκων
ποινικό δίκαιο ср. ανηλίκων
ποινική δίκη ж. ανηλίκων
προστασία ж. των ανηλίκων
προστασία των ανηλίκων

Хотели бы вы добавить слова, фразы или переводы?

Пришлите нам новую статью.

Интерфейс Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский