греко » немецкий

Переводы „ποινική“ в словаре греко » немецкий (Перейти к немецко » греческий)

ποινική αγωγή
ποινική ενηλικότητα
ποινική υπόθεση
ποινική υπόθεση
ποινική δίκη
ποινική νομοθεσία
ποινική ανηλικότητα ЮРИД.
ποινική απόφαση
Strafurteil ср.
ποινική δίωξη
ποινική δίωξη
ποινική ενηλικότητα
ποινική νομοθεσία
ποινική διαδικασία
ποινική διάταξη
ποινική δικονομία
ποινική δίκη
ποινική δίκη
ποινική ρήτρα
ποινική ρήτρα
ποινική εξουσία

Хотели бы вы добавить слова, фразы или переводы?

Пришлите нам новую статью.

Интерфейс Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский