греко » немецкий

Переводы „ελάχιστος“ в словаре греко » немецкий (Перейти к немецко » греческий)

ελάχιστ|ος <-η, -ο> [ɛˈlaçistɔs] ПРИЛ.

2. ελάχιστος (που ως ελάχιστο είναι απαραίτητο):

ελάχιστος
Mindest-
ελάχιστος αριθμός

Примеры со словом ελάχιστος

ελάχιστος αριθμός
ελάχιστος μισθός
ελάχιστος κύκλος εργασιών

Хотели бы вы добавить слова, фразы или переводы?

Пришлите нам новую статью.

Интерфейс Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский